Δηλώσεις μετάταξης στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ θα πρέπει να υποβάλουν μέχρι τις 30 Ιανουαρίου 2019 όσοι αγρότες του ειδικού καθεστώτος ξεπέρασαν την περασμένη χρονιά το όριο των 15.000 ευρώ στις πωλήσεις τους ή τα 5.000 ευρώ στις επιδοτήσεις που έλαβαν από το κράτος.
Αυτό «υπενθυμίζει», μεταξύ άλλων, σε αναλυτικό εγχειρίδιο για το ειδικό καθεστώς ΦΠΑ των αγροτών που εξέδωσε λίγο πριν εκπνεύσει το 2018 η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Όπως σημειώνει, ένας αγρότης μπορεί να ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς εφόσον:
α) Κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος πραγματοποίησε παραδόσεις αγροτικών προϊόντων παραγωγής και παροχές αγροτικών υπηρεσιών αξίας κατώτερης των 15.000 ευρώ και
β) Έλαβε το προηγούμενο φορολογικό έτος επιδοτήσεις συνολικής αξίας κάτω των 5.000 ευρώ, ανεξάρτητα αν αυτές αφορούσαν κάποιο προηγούμενο έτος. Στο όριο αυτό συμπεριλαμβάνονται η βασική, η πράσινη, η ενίσχυση για γεωργούς νεαρής ηλικίας, οι συνδεδεμένες, η εξισωτική κλπ, όχι όμως οι επενδυτικές ενισχύσεις που δίνονται από το κράτος, ούτε οι αποζημιώσεις του ΕΛΓΑ.
Τα παραπάνω κριτήρια θα πρέπει να πληρούνται σωρευτικά, δηλαδή θα πρέπει να συντρέχουν και τα δύο ώστε οι αγρότες να εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς.
Σε αντίθετη περίπτωση- εφόσον δηλαδή η μια έστω προϋπόθεση δεν συντρέχει- υποχρεωτικά εντάσσεται στο κανονικό καθεστώς και τυχόν εκπρόθεσμη δήλωση μετάταξης «τιμωρείται» με πρόστιμο.
Υπενθυμίζεται επίσης ότι η 30η Ιανουαρίου είναι η καταληκτική προθεσμία και για την μετάταξη από το κανονικό στο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ.
Οι νέοι αγρότες, δηλαδή οι αγρότες που ξεκινούν την άσκηση αγροτικής εκμετάλλευσης για πρώτη φορά, μπορούν, εφόσον το επιθυμούν, να επιλέξουν την ένταξή τους στο ειδικό καθεστώς. Μπορούν βέβαια να επιλέξουν την ένταξή τους στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, ωστόσο σε αυτή την περίπτωση υποχρεούνται να υποβάλουν δήλωση έναρξης και να παραμείνουν σε αυτό τουλάχιστον για μια τριετία.
Εξάλλου, στο κανονικό καθεστώς- και όχι στο ειδικό- εντάσσονται υποχρεωτικά όσοι αγρότες:
ασκούν τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις και παρέχουν τις αγροτικές υπηρεσίες με τη μορφή εταιρείας οποιουδήποτε τύπου ή αγροτικών συνεταιρισμών,
πωλούν αγροτικά προϊόντα παραγωγής τους, ύστερα από επεξεργασία που μπορεί να προσδώσει σε αυτά χαρακτήρα βιομηχανικών ή βιοτεχνικών προϊόντων,
ασκούν παράλληλα και άλλη οικονομική δραστηριότητα, για την οποία έχουν υποχρέωση να τηρούν λογιστικά αρχεία (βιβλία), σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία,
παραδίδουν προϊόντα παραγωγής τους από λαϊκές αγορές ή από δικό τους κατάστημα ή πραγματοποιούν εξαγωγές ή παραδόσεις των προϊόντων τους προς άλλο κράτος – μέλος της ΕΕ.
Οι αγρότες που μετατάσσονται από το ειδικό καθεστώς στο κανονικό και αντίστροφα είναι υποχρεωμένοι να υποβάλλουν μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από την έναρξη του φορολογικού έτους, στο οποίο ζητείται η μετάταξη «Δήλωση Αποθεμάτων Μετάταξης».
Η δήλωση περιλαμβάνει:
τα αποθέματα των αγροτικών προϊόντων, στα οποία περιλαμβάνονται όσα έχουν συλλεχθεί, οι ηρτημένοι καρποί και οι καλλιέργειες που βρίσκονται σε εξέλιξη, τα αποθέματα των πρώτων υλών της αγροτικής παραγωγής, όπως σπόρων, λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων, ζωοτροφών και λοιπών συναφών, κατά συντελεστή φόρου σε τιμές κόστους,
τα αγαθά επένδυσης (σε τιμές κόστους), εφόσον χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της επιχείρησης και δεν παρήλθε η πενταετής περίοδος του διακανονισμού.
Προκειμένου να τύχουν επιστροφής του ΦΠΑ με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος, μαζί με την αίτηση επιστροφής συνυποβάλλουν τα πρωτότυπα των νόμιμων φορολογικών παραστατικών, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, από τα οποία προκύπτει η αξία των παραδόσεων αγροτικών προϊόντων και παροχών αγροτικών υπηρεσιών, που πραγματοποιήθηκαν το προηγούμενο ημερολογιακό έτος.
Στην περίπτωση που τα πρωτότυπα των παραστατικών έχουν υποβληθεί από τον αγρότη, για οποιοδήποτε λόγο, σε άλλη υπηρεσία και δεν επιστρέφονται σε αυτόν, αρκεί η υποβολή των αντιγράφων τους, στα οποία θα βεβαιώνεται από την υπηρεσία αυτή ότι το πρωτότυπο έχει κατατεθεί και παραμένει σε αυτή.
Δημοσιεύτηκε στις 11 Ιανουαρίου, 2019